Η Ζωή Του Ποιητή

Ο ποιητής Ugo-Niccolò Foscolo (εξελληνισμένα Ούγος Φώσκολος) γεννήθηκε στην Ζάκυνθο το 1778 και ήταν γιος του Ενετοκερκυραίου γιατρού Αντρέα Φώσκολου και της Ελληνίδας Διαμαντίνας Σπαθή. Στη Ζάκυνθο έζησε έως τα δέκα έξι του χρόνια και ευτύχησε να έχει ως δάσκαλο τον ποιητή Αντώνιο Μαρτελάο, ο οποίος του εμφύσησε την αγάπη για την Ελλάδα. Το 1788 πεθαίνει ο πατέρας του από φυματίωση και η μητέρα του, πιεζόμενη από οικονομική ανέχεια, αποφασίζει να εγκατασταθεί στη Βενετία, αφήνοντας προσωρινά τον Νικολό (Ούγκο) στη Ζάκυνθο. Το 1794 την ακολουθεί και ο Νικολός, ο οποίος μετά την εγκατάστασή του στην Ιταλία προσέθεσε τον όνομα Ούγκο.

Ληξιαρχική πράξη γέννησης Νικολάου - Ούγκο Φώσκολου

Στην Βενετία ο Φώσκολος φοίτησε σε σχολείο Ιησουϊτών, μελέτησε τους κλασικούς και εισχώρησε στους λογοτεχνικούς κύκλους, όπου γνώρισε την κόμισσα Ιζαμπέλα Θεοτόκη Αλμπρίτσι, με την οποία συνδέθηκε ερωτικά. Σε ηλικία 19 ετών, το 1797, απέκτησε φήμη με την επιτυχία της τραγωδίας του ο ”Θυέστης”.

Το ίδια χρονιά κατατάχθηκε στο στρατό και ενθουσιασμένος από την νίκη των γαλλικών στρατευμάτων έναντι της Ενετικής Δημοκρατίας, αφιερώνει ωδή “Στον ελευθερωτή Βοναπάρτη”. Στη συνέχεια όμως, απογοητεύτηκε από την παραχώρηση των ενετικών εδαφών στους Αυστριακούς με την Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο και αποκήρυξε τη στάση του Ναπολέοντα στο μυθιστόρημά του “Τελευταίες επιστολές του Γιάκοπο Όρτις”. Παρ’ όλα αυτά, όταν οι Αυστριακοί εισέβαλαν στην Ιταλία το 1799, πολέμησε στο πλευρό των Γάλλων.

Το 1805, μετά από μια σύντομη σχέση με την Αγγλίδα Σοφία Χάμιλτον, γεννήθηκε η κόρη του Φλωριάνα. Το 1807 έγινε διάσημος δημοσιεύοντας του ”Τάφους” και το 1808 αναγορεύτηκε καθηγητής της Ρητορικής στο Πανεπιστήμιο της Παβίας, από όπου εκδιώχθηκε αμέσως μετά την εναρκτήρια ομιλία του, καθώς οι θέσεις του χαρακτηρίστηκαν ριζοσπαστικές. Δυο χρόνια μετά γράφει την τραγωδία ”Αίας”, η οποία ανέβηκε στη Σκάλα του Μιλάνου, αλλά οι παραστάσεις απαγορεύτηκαν, διότι θεωρήθηκε ότι στρέφεται κατά του Ναπολέοντα.

Έκτοτε περιπλανήθηκε στο Μιλάνο, την Φλωρεντία, όπου το 1812 γνωρίστηκε με τον Ανδρέα Κάλβο και έγινε γραμματέας του, αργότερα στην Ελβετία, για να καταλήξει το 1816 με τη βοήθεια του Ιωάννη Καποδίστρια στην Αγγλία. Εκεί, οι Άγγλοι φιλελεύθεροι του επιφύλαξαν θερμή υποδοχή, σύντομα όμως απομονώθηκε λόγω του δύσκολου χαρακτήρα του και της άσωτης ζωής του. Στο Λονδίνο ξανασμίγει με την κόρη του, κακοδιαχειρίζεται τα οικονομικά του και επιβιώνει με στερήσεις, παραδίδοντας μαθήματα και γράφοντας σε περιοδικά.

Το 1824 σε αλληλογραφία του με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο εξέφρασε την επιθυμία να κατέβει στην επαναστατημένη Ελλάδα, κάτι που τελικά δεν κατάφερε λόγω της κλονισμένης υγείας του. Ο Ούγκος Φώσκολος πέθανε στο Λονδίνο στις 10 Σεπτεμβρίου 1827, σε ηλικία 49 ετών. Τα γραπτά του περιέσωσε η κόρη του Φλωριάνα, η οποία πέθανε λίγο μετά τον πατέρα της.

Όταν έγινε γνωστός στην Ζάκυνθο ο θάνατος του Φώσκολου, τελέστηκε μνημόσυνο στο Ναό του Αγίου Μάρκου, όπου ο Διονύσιος Σολωμός εκφώνησε το περίφημο εγκώμιο για τον Ούγκο Φώσκολο (Elogio di Ugo Foscolo) και ο ποιητής Διονύσης Γρυπάρης απάγγειλε ελεγεία του.

Μετά την ενοποίηση της Ιταλίας, το 1871, η σορός του μεταφέρθηκε στη Φλωρεντία και ενταφιάστηκε στο Ιταλικό Πάνθεον, στη Βασιλική της Σάντα Κρότσε, δίπλα σε επιφανείς Ιταλούς όπως ο Μιχαήλ Άγγελος, ο Μακιαβέλι και ο Γαλιλαίος.

 

Στη Ζάκυνθο στήθηκε το 1927 ο ανδριάντα του, έργο του γλύπτη Κωνσταντίνου Δημητριάδη, σε κηπάριο στην Πλατεία Σολωμού, δίπλα στον ανδριάντα του εθνικού ποιητή.

 

Ο Ούγκος Φώσκολος υπήρξε μια πολυσχιδής προσωπικότητα: ποιητής, μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος, θεατρικός συγγραφέας και παράλληλα πολιτικός μαχητής, πολεμιστής με τους Γάλλους δημοκρατικούς, φιλελεύθερος, ονειροπόλος, εμπνευσμένος από φλογερή φιλοπατρία και αντιτυραννικά αισθήματα, παρορμητικός και ασυμβίβαστος. Στην Ιταλία θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος του κλασικισμού και από τους κύριους θεμελιωτές της νεότερης ιταλικής φιλολογίας. Στην Ελλάδα ο Φώσκολος παραμένει εν πολλοίς άγνωστος, αλλά στα Επτάνησα τα έργα του γνώρισαν από πολύ νωρίς αρκετές μεταφράσεις και αγαπήθηκαν πολύ.